Περπατάω. Αλήθεια. Όσο μπορώ, δηλαδή πολύ. Δεν μας πήραν και τα χρόνια. Ούτε και μεις τα πήραμε βέβαια, αλλά όπως και να το δει κανείς, το περπάτημα είναι ένα βήμα -πολλά- προς αυτή την κατέυθυνση.
Μπορεί κανείς να περπατάει αργά. Συλλαβιστά. Αβίαστα. Να κοιτάει μια τα πλακάκια, μια απο δω μια απο κεί(;). Ψιλοάσκοπα. Κάθε τόσο να κάθεται και σε κανένα παγκάκι -για αυτό υπάρχουν- να περπατάει μια στον ήλιο, μια στην σκιά, ένα ας πούμε παιχνίδι με το αστικό τοπίο. Το σημαντικό είναι οι αισθήσεις. Βέεεβαια. Τις βάζεις σε σειρά, και σε λειτουργία. Βασικό. Πολύ. Πόσες φορές δεν έχεις περπατήσει μια διαδρομή της οποίας όλες η ιδιέταιρες στιγμές σου διέφυγαν; Ενώ περπατάς, ανάμεσα στον κόσμο, ή σε ένα πάρκο, ή οπουδήποτε τέλ0ς πάντων, και ενώ όλα φαίνονται ψιλοαδιάφορα, και τετριμένα, και ρουτινιάρικα ίδια, είναι κάτι, είναι εκεί, που δεν θα το δεις, δεν είναι προφανές, αλλά και συ δεν προσπαθείς και καθόλου. Άμα σκέφτεσαι τι μουσική να βάλεις στο κινητό, πόσο να πήγε η εθνική ή τι παπούτσια να αγοράσεις, που να μείνει μυαλό για αυτά. Μπορεί να είναι ένας σκύλος, που την έχει καταβρεί στα κρύα σκιερά πλακάκια και δροσίζει το σασί του. Ή μια βρισιά, ενός ταρίφα σε ένα παπί, με bonus μούτζα εκτυφλωτική. Μπορεί ξερωγω να ναι μια γιαγιά σε ένα μπαλκόνι που ταίζει τα παπαγαλάκια της ή ένας μπόμπιρας που κυνηγάει περιστέρια με αυτοσχέδια σφεντόνα. Ίσως να μην έιναι τίποτα απο όλα αυτά, ίσως να είναι ένα πλήθος ανθρώπων που σκέφτεται τι μουσική να βάλει στο κινητό, τι να έκανε η εθνική και τι παπούτσια θα αγοράσει, ποιός πούστης να είχε το dvd, γιατί τον λέμε μακαριστό και όχι μακαρίτη, τι θέση παίζει ο Τζιοβάνι, και άλλα τέτοια. Και αυτό, έχει το νόημά του. Αν το δεις, όμως.
Οι αισθήσεις. Ναι.
Τι βλέπεις;
-Τι ενοείς τι βλέπω; Τίποτα.
Πως τίποτα, κάτι βλέπεις, πες μου.
-Βλέπω κόσμο πολύ, αυτοκίνητα, πολλή κίνηση.. αυτά.
Κοίτα καθαρά! Πίσω από αυτά..
-Βλέπω βιασύνη. Τρέξιμο.
Πιο καλα! Πιο καλα!
-Γρήγορα βήματα, αγχωμένα βλέμματα, λίγα σύννεφα, βλέπω αμηχανία. Πολλή αμηχανία.
Συνεχισε να βλέπεις, συνέχισε κι άλλο. Λίγο ακόμα...
-Βλέπω τον ήλιο να χαμηλώνει, όπως το βλέμμα της. Βλέπω ένταση στους γύρω. Θυμό. Μα τα αποφορτίζει. Το βλέμμα της.
Τι ακούς;
-Τι ακούω;
Ναι. Τι ακούς.
-Ξέρω γω, θόρυβο. Έχει κίνηση.
Συγκεντρώσου...τι ακούς;
-Ακούω βήματα, τακούνια, κινητό να χτυπά. Τηλεόραση να παίζει απο τον 3ο. Ακούω νταλάρα απο κάπου. Δεν ξέρω που.
Και;
-Και φτερούγισμα. Τα περιστέρια. Και άλλα βήματα.
Χμμ..
-Ακούω τον ήλιο να ανεβαίνει, ακούω που φυσά. Ακούω την ένταση, και την καρδιά της.
Αφή.
-Τα πλακάκια που περπατώ. Σπασμένα. Ρωγμές πολλές. Σε κάτοψη. Μικρογραφία. Καίει. Ο ήλιος. Τσέπες στο μπουφάν. Φυσάει στο πρόσωπο. Και το δικό της. Φυσάει πολύ. Δάκρυσε.
Όσφρηση.
-Καυσαέριο.
Πιο πέρα!
-Το χώμα. Το τσιγάρο της. Νεράτζια. Πάντα νόμιζα πως ήταν απλώς πορτοκάλια που δεν τρώγονταν. Πολλά νεράτζια. Τελικά έχουν μυρωδιά. Ακόμα και εδώ.
Γεύση;
-Γεύση απο πόλη. Γεύση γκρίζα. Σήμερα ηλιόλουστη όμως. Αρκεί;
Ποτέ.
-Γυρνάμε με τα πόδια;
Μέσα.
Μπορεί κανείς να περπατάει αργά. Συλλαβιστά. Αβίαστα. Να κοιτάει μια τα πλακάκια, μια απο δω μια απο κεί(;). Ψιλοάσκοπα. Κάθε τόσο να κάθεται και σε κανένα παγκάκι -για αυτό υπάρχουν- να περπατάει μια στον ήλιο, μια στην σκιά, ένα ας πούμε παιχνίδι με το αστικό τοπίο. Το σημαντικό είναι οι αισθήσεις. Βέεεβαια. Τις βάζεις σε σειρά, και σε λειτουργία. Βασικό. Πολύ. Πόσες φορές δεν έχεις περπατήσει μια διαδρομή της οποίας όλες η ιδιέταιρες στιγμές σου διέφυγαν; Ενώ περπατάς, ανάμεσα στον κόσμο, ή σε ένα πάρκο, ή οπουδήποτε τέλ0ς πάντων, και ενώ όλα φαίνονται ψιλοαδιάφορα, και τετριμένα, και ρουτινιάρικα ίδια, είναι κάτι, είναι εκεί, που δεν θα το δεις, δεν είναι προφανές, αλλά και συ δεν προσπαθείς και καθόλου. Άμα σκέφτεσαι τι μουσική να βάλεις στο κινητό, πόσο να πήγε η εθνική ή τι παπούτσια να αγοράσεις, που να μείνει μυαλό για αυτά. Μπορεί να είναι ένας σκύλος, που την έχει καταβρεί στα κρύα σκιερά πλακάκια και δροσίζει το σασί του. Ή μια βρισιά, ενός ταρίφα σε ένα παπί, με bonus μούτζα εκτυφλωτική. Μπορεί ξερωγω να ναι μια γιαγιά σε ένα μπαλκόνι που ταίζει τα παπαγαλάκια της ή ένας μπόμπιρας που κυνηγάει περιστέρια με αυτοσχέδια σφεντόνα. Ίσως να μην έιναι τίποτα απο όλα αυτά, ίσως να είναι ένα πλήθος ανθρώπων που σκέφτεται τι μουσική να βάλει στο κινητό, τι να έκανε η εθνική και τι παπούτσια θα αγοράσει, ποιός πούστης να είχε το dvd, γιατί τον λέμε μακαριστό και όχι μακαρίτη, τι θέση παίζει ο Τζιοβάνι, και άλλα τέτοια. Και αυτό, έχει το νόημά του. Αν το δεις, όμως.
Οι αισθήσεις. Ναι.
Τι βλέπεις;
-Τι ενοείς τι βλέπω; Τίποτα.
Πως τίποτα, κάτι βλέπεις, πες μου.
-Βλέπω κόσμο πολύ, αυτοκίνητα, πολλή κίνηση.. αυτά.
Κοίτα καθαρά! Πίσω από αυτά..
-Βλέπω βιασύνη. Τρέξιμο.
Πιο καλα! Πιο καλα!
-Γρήγορα βήματα, αγχωμένα βλέμματα, λίγα σύννεφα, βλέπω αμηχανία. Πολλή αμηχανία.
Συνεχισε να βλέπεις, συνέχισε κι άλλο. Λίγο ακόμα...
-Βλέπω τον ήλιο να χαμηλώνει, όπως το βλέμμα της. Βλέπω ένταση στους γύρω. Θυμό. Μα τα αποφορτίζει. Το βλέμμα της.
Τι ακούς;
-Τι ακούω;
Ναι. Τι ακούς.
-Ξέρω γω, θόρυβο. Έχει κίνηση.
Συγκεντρώσου...τι ακούς;
-Ακούω βήματα, τακούνια, κινητό να χτυπά. Τηλεόραση να παίζει απο τον 3ο. Ακούω νταλάρα απο κάπου. Δεν ξέρω που.
Και;
-Και φτερούγισμα. Τα περιστέρια. Και άλλα βήματα.
Χμμ..
-Ακούω τον ήλιο να ανεβαίνει, ακούω που φυσά. Ακούω την ένταση, και την καρδιά της.
Αφή.
-Τα πλακάκια που περπατώ. Σπασμένα. Ρωγμές πολλές. Σε κάτοψη. Μικρογραφία. Καίει. Ο ήλιος. Τσέπες στο μπουφάν. Φυσάει στο πρόσωπο. Και το δικό της. Φυσάει πολύ. Δάκρυσε.
Όσφρηση.
-Καυσαέριο.
Πιο πέρα!
-Το χώμα. Το τσιγάρο της. Νεράτζια. Πάντα νόμιζα πως ήταν απλώς πορτοκάλια που δεν τρώγονταν. Πολλά νεράτζια. Τελικά έχουν μυρωδιά. Ακόμα και εδώ.
Γεύση;
-Γεύση απο πόλη. Γεύση γκρίζα. Σήμερα ηλιόλουστη όμως. Αρκεί;
Ποτέ.
-Γυρνάμε με τα πόδια;
Μέσα.