Εδώ ο Αριστοτέλης μας κοιτάει αναρωτόμενος αν τον καταλαβαίνουμε
Η χρήση κάθε κτήματος γίνεται με δυο τρόπους. Και στους δυο χρησιμοποιείται το ίδιο πράγμα όχι όμως με τον ίδιο τρόπο. Ο ένας ταιριάζει στη φύση του, ο άλλος δεν ταιριάζει• για παράδειγμα το υπόδημα χρησιμοποιείται με δυο τρόπους, ή το φοράει κανείς ή το ανταλλάσσει με άλλο είδος και οι δυο είναι τρόποι χρήσης του υποδήματος γιατί εκείνος που δίνει το υπόδημα σε όποιον το χρειάζεται με αντάλλαγμα νόμισμα ή τροφή, χρησιμοποιεί το υπόδημα, όχι όμως με τον ταιριαστό τρόπο, γιατί το υπόδημα δεν κατασκευάστηκε για να ανταλλάσσεται.
[...]
Γιατί όσοι ανήκαν στην οικογένεια είχαν τα πάντα κοινά, ενώ οι άλλοι, ζώντας χωριστά, χρειάζονταν άλλοι άλλα, οπότε για τις ανάγκες τους έκαναν ανταλλαγές, όπως κάνουν ακόμα πολλά βαρβαρικά έθνη. Ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα απαραίτητα για τη ζωή και τίποτα περισσότερο για παράδειγμα δίνουν κρασί και παίρνουν σιτάρι και καθετί από τα υπόλοιπα απαραίτητα πράγματα. Μια τέτοια ανταλλαγή δεν είναι ούτε αφύσικη ούτε αποτελεί κλάδο της τέχνης της απόκτησης (αφού γινόταν μόνο για να καλυφθούν κενά της φυσικής αυτάρκειας) απ' αυτή όμως προήλθε κατ' αναλογία εκείνη.
Αναγκαστικά χρησιμοποιήθηκαν τα νομίσματα όταν οι κάτοικοι μιας χώρας εξαρτώνταν περισσότερο από μια άλλη χώρα με το να εισάγουν όσα τους έλειπαν και να εξάγουν όσα τους περίσσευαν. Δεν ήταν εύκολο να μεταφερθούν όλα τα αναγκαία, γι' αυτό συμφώνησαν μεταξύ τους να δίνουν και να παίρνουν στις συναλλαγές κάτι χρήσιμο και ταυτόχρονα εύχρηστο για τις βιοτικές ανάγκες, όπως για παράδειγμα σίδερο ή ασήμι ή κάτι παρόμοιο. Στην αρχή καθόρισαν το μέγεθος και το βάρος κι έπειτα του έδωσαν κάποιο ιδιαίτερο γνώρισμα για να γλιτώσουν από συχνά μετρήματα, επειδή το ιδιαίτερο γνώρισμα ορίστηκε ως απόδειξη της αξίας του.
Όταν επινοήθηκε το νόμισμα για τις ανάγκες των συναλλαγών, παρουσιάστηκε κι άλλο είδος της τέχνης απόκτησης πλούτου, το λιανικό εμπόριο, που ίσως αρχικά να γινόταν απλά, αργότερα όμως έγινε πιο περίπλοκο εξαιτίας της εμπειρίας που υπαγόρευε πώς θα αποκομιζόταν μεγαλύτερο κέρδος. Έτσι επικράτησε η άποψη ότι η χρηματιστική σχετίζεται κυρίως με το νόμισμα και έχει κύριο έργο της την εξασφάλιση μεγαλύτερου κέρδους, επειδή προσπορίζει πλούτο και χρήματα. Αλλοι υποστηρίζουν ότι πολλές φορές πλούτος είναι το πλήθος των νομισμάτων, επειδή μ' αυτό ασχολούνται η χρηματιστική και το λιανικό εμπόριο. Αλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι το νόμισμα είναι χωρίς αντίκρυσμα και είδος απόλυτα συμβατικό, χωρίς καμιά φυσική αξία, κι ότι, αν αλλάξουν οι συμφωνίες που το δημιούργησαν, δεν θα έχει καμιά αξία και δεν θα είναι χρήσιμο για την προμήθεια των αναγκαίων και ότι, έστω κι αν κάποιος έχει πολλά νομίσματα, πολλές φορές δεν θα έχει ούτε την απαραίτητη τροφή. Ωστόσο φαίνεται παράδοξο πώς κάποιος, ενώ είναι πλούσιος, κινδυνεύει να πεθάνει από την πείνα, όπως εκείνος ο Μίδας, για τον οποίο μυθολογείται πως εξαιτίας της άπληστης ευχής του προς τους θεούς, όλα όσα υπήρχαν γύρω του γίνονταν χρυσάφι. Γι' αυτό σκέπτονται σωστά όσοι ζητούν κάποιον άλλο διαχωρισμό του πλούτου από τη χρηματιστική. Άλλο είναι η χρηματιστική και άλλο ο φυσικός πλούτος, κι αυτά είναι μέρη της διοίκησης του οίκου, ενώ το λιανικό εμπόριο προσπορίζει πλούτο, όχι με κάθε τρόπο, αλλά μόνο με τη συναλλαγή. Θεωρείται πως τούτη σχετίζεται με το νόμισμα, επειδή το νόμισμα είναι στοιχείο και το όριο της συναλλαγής, και δεν υπάρχει τέλος σε τούτο τον πλούτο που προέρχεται από την τέχνη της απόκτησης περιουσίας.
[...]
Όσοι επιδιώκουν και την καλή διαβίωση, επιζητούν τις σωματικές απολαύσεις, ώστε, επειδή αυτό φαίνεται να ενυπάρχει μέσα στην απόκτηση, όλη η φροντίδα επικεντρώνεται στην απόκτηση χρήματος. Έτσι δημιουργήθηκε και το άλλο είδος της χρηματιστικής. Κι επειδή την απόλαυση την επιζητούν υπερβολικά, επιζητούν και τα μέσα που την εξασφαλίζουν κι αν δεν μπορούν να τα εξασφαλίσουν με τη χρηματιστική, το επιδιώκουν με άλλους τρόπους χρησιμοποιώντας τον καθένα με τρόπο που αντίκειται στη φυση. Φυσικός προορισμός της ανδρείας δεν είναι να αποφέρει χρήματα, αλλά να εμπνεύσει εμπιστοσύνη.
[...]
Πρέπει μάλιστα, όπως είπαμε και πριν, τα αγαθά να υπάρχουν στη φύση, γιατί έργο της φύσης είναι να παρέχει τροφή σ' ό,τι γεννιέται. Κάθε γεννήτορας πρέπει να δώσει τροφή στο τέκνο του. Γι' αυτό και η τέχνη της απόκτησης τροφών από φρούτα και ζώα είναι κάτι το φυσικό. Κι επειδή κι αυτή έχει δύο είδη, όπως είπαμε και πριν, δηλαδή το λιανικό εμπόριο και τη διαχείριση του οίκου, είναι αναγκαία και αξιέπαινη, ενώ η τέχνη της συναλλαγής δίκαια κατακρίνεται, αφού το κέρδος δεν είναι φυσικό, αλλά ο ένας κερδίζει από τον άλλο. Γι' αυτό πολύ εύλογα η τοκογλυφία είναι μισητή, επειδή το κέρδος προέρχεται από το ίδιο το νόμισμα κι όχι από τη χρήση, για την οποία προορίστηκε. Ενώ επινοήθηκε για χάρη της συναλλαγής, το νόμισμα πολλαπλασιάζεται από τον τόκο (γι' αυτό άλλωστε και ο τόκος ονομάστηκε έτσι γιατί όπως τα γεννήματα είναι όμοια με τους γεννήτορες τους, έτσι και ο τόκος είναι γέννημα χρημάτων από χρήματα). Επομένως απ' όλους τους τρόπους απόκτησης πλούτου βασικά αυτός είναι ο πιο αφύσικος.
2 comments:
Σκέφτηκα,να γράψω κάτι βαθυστόχαστο,αλλά,ποιός τολμά να σχολιάσει τον Αριστοτέλη...Αντ'αυτού,τραγουδάκι απο τον Αττίκ για το χρήμα σε http://www.youtube.com/watch?v=tIzLtrj1hPc&feature=player_embedded
Το χρήμα, το χρήμα.. Καλό, δεν το είχα ξανακούσει.
Την επόμενη φορά ρίξε και το βαθυστόχαστο!
Post a Comment