Sunday, March 27, 2011

Πλάνητες Αστέρες

πλάνης [plánis] Ε γεν. πλάνητος, αιτ. πλάνητα, πληθ. πλάνητες, γεν. πλανήτων : (λόγ.) που περιπλανιέται, περιφέρεται, μετακινείται χωρίς να έχει μόνιμο τόπο διαμονής: Zει / διάγει πλάνητα βίον. Πλάνητες αστέρες, οι πλανήτες. Πλάνητες πυρετοί, άτακτοι, ακανόνιστοι. || (ως ουσ.) ο πλάνης.

[λόγ. < αρχ. πλάνης]


Μέσα μου ο αέρας που φυσά

Γιάννης Αγγελάκας & Γιώργος Ξυλούρης


No comments:

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails